- Ἀγελῶν
- Ἀγέληςmasc gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀγελῶν — ἀγέλη herd fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀγέλων — Ἄγελος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Логофет — У этого термина существуют и другие значения, см. Логофет (значения). Логофет (греч. λογοθέτης, лат. logotheta, итал. logoteta, рум. logofăt, букв. «исследователь причин») название гражданской и церковной должности в Византии и… … Википедия
Византийские логофеты — Основная статья: Логофет Логофеты в Византийской империи (др. греч. οἱ λογοθέται) являлись, по сути, налоговыми агентами, ответственными за сбор налогов и проверку финансовой деятельности различных государственных служб. Они также контролировали… … Википедия
HARACIUM — apud Vinc. Belvacensem l. 31. c. 143. 10. milia equorum praeter illos qui erant in pascuis et haraciis, et l. 1. Cod. Theod. de Grege Dominic. Greges dominici, haracia dominica: grex equorum est ἱπποφόρβιον Procopio Vandalic. l. 1. c. 12. et Goth … Hofmann J. Lexicon universale
καρπός — I (Βοτ.). Το προϊόν στο οποίο μεταμορφώνεται, μετά τη γονιμοποίηση, η ωοθήκη του άνθους. Το γονιμοποιημένο ωοκύτταρο εξελίσσεται σε έμβρυο, οι σπερματικοί χιτώνες που το περιβάλλουν σχηματίζουν το σπερματικό περίβλημα και ολόκληρη η σπερματική… … Dictionary of Greek
λογοθέτης — Αξίωμα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, που σχετιζόταν με τη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων. Ο κυριότερος ήταν ο μέγας λ., αξίωμα ανάλογο με εκείνο του σημερινού πρωθυπουργού. Οι διάφοροι άλλοι λ. του Βυζαντίου ασκούσαν, ανάλογα με τον… … Dictionary of Greek
μεσολιθική περίοδος — Προϊστορική εποχή που ακολούθησε την παλαιολιθική και προηγήθηκε της νεολιθικής (10η –7η π.Χ. χιλιετία). Στο διάστημα των χιλιετιών, μεταγενέστερες της εποχής των παγετώνων, που διήρκεσε η μ.π., οι κλιματολογικές και περιβαλλοντικές συνθήκες… … Dictionary of Greek